Ω ἡρωίνη!
Ἀπαύγασμα καὶ λυκαυγές τῆς νιότης,
ἀγαστό κι ἀκόρεστο ἀλεξιβρόχιο
τῆς εὐεπίφορης λεξιθηρίας,
μειλίχια λιποψυχάς
στὸ μαυσωλεῖο τῆς μυσταγωγίας
καθὼς νείρομαι ταλανιζόμενος,
ἐνῶ ὑπεισέρχομαι στὴ μονολιθική μομφή
μιας ἀνοσιουργηματικῆς φαινάκης.
Εὐθαρσῶς θωπεύω τὸ καταπίστευμα
τῆς θαλερῆς καθέλκυσης
στὴ θλιβερή κηδεμονία σου.