τΩρα που έχει καταιγίδα, έλα υπο τη δική μου αιγίδα...
Θα'μαι φίλος σου για πάντα, θα σου πάρς δώρο ένα φιατ παντα
Δύο μανίκια
Στους πρόποδες τις Πάρνηθας σαντάμωσα Πρώτη μου μίλησες εσύ μα δεν σαπάντησα
Μου είπες έλα μέσα εδώ μικρέ, λίγο να σε ζεστάνω Να φάμε και να πιούμε εδώ πιο πάνω
Με τράβηξες με βία απτη ζακέτα Σαν ήθελες να παίξεις τη τρομπέτα
Απτο άνχος το πολύ δεν το κατάλαβα Πως μπήκα σε μια σκούρα Πόρσε γκρι με 1000 άλογα
Μικρός και ντροπαλός καθότι ήμουνα Δεν σκέφτηκα ποτέ ούτε περίμενα
Πως θα βρισκα διέξοδο στο πρόβλημα Και θα τρωγες μαζί μου τέτοιο κόλλημα
ρεφρέν
Θα σου τραβήξω δύο μανίκια Για να πληρώσω όλα τα νοίκια Τις κάρτες όλες να ξοφλήσω Και τα τηλέφωνα νανοίξω
Ααααα, Στη μάνα μου δεν πάω πίσω Ααααα, Με το πουρό θα ξεστρατίσω..
Ρε για δες παιχνίδι η μοίρα που μου έπαιξε Και η τύχη η ριμάδα να με μουντζώνει έπαψε
Το είπαν και οι φίλοι ότι μου΄φεξε Και της γριάς της κότας το ζουμί πήγαινε ρούφηξε
Τις τράπεζες εγώ θα ταπεινώσω Τις τρύπες όλες αύριο θα βουλώσω
Στο Internet ξανά θα καυλαντήσω Τις μετοχές με σένα το πουρό.. θα τις αυξήσω
Σακούλα πλαστική θα σου φορέσω Γιατί φοβάμαι πως δεν θα μπορέσω
Να κάνω ψυχικό για να γλιτώσω
Και τα χρωστούμενα.. να ξεχρεώσω
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
0 σχόλια:
Post a Comment