Ένα άρθρο φάση ξέρω ' γώ απο
Jezzabelle
Spinning in the water, η αλλιως το αγυριστο κεφαλι
Wednesday, 1 April 2009
Μια φορα κι εναν καιρο στον αφρο του απεεεραντου γαλαζιου ωκεανου ζουσε ενα ομορφο, μικρο νεραϊδοψαρααακιι. Το ψαρακι εκανε παρεα με αλλα μεγαλα και μικροτερα αφροψαρα, που το αγαπουσαν και του ηταν σχεδον πιστα, μιας και η φιλια τους ειχε δοκιμαστει σε καιρους υποθαλασσιων κακουχιων, σε περιοδους ξεραϊλας μυρωδατου φυτοπλανγκτον, σε στημενα νταλαβερια με αλλα σουβλομυτικα καφροψαρα και παει λεγοντας. Το ιδιο ηταν ενα πολυ ιδιαιτερο ψαρι, αφου αν και μικρο καταφερνε να κερδιζει την προσοχη ολων οσων περνουσαν απο διπλα του, γιατι χαρη στα αυξημενα επιπεδα κρυσταλλικης γουανινης πανω στα λεπια του, επερνε απιθανα ιριδιζοντα χρωματα, αναλογα με την κυκλοθυμικη του διαθεση. Το λιγερο, σπαρταριστο του πεταγμα στα δροσερα νερα, αφηνε ξωπισω του χναρια αξιοζηλευτων, καλλιτεχνικων χρωματιστων Ες (S) κι εκανε πολλα ψαρια να κοκκινιζουν απο τη ζηλια τους..
Ολα καλα με το χαρισματικο, μικρο νεραϊδοψαρο, ειχε ομως ενα κουσουρακι. Ηταν περιεργο και ανυπομονο και για καποιον ανεξηγητο μεχρι σημερα λογο το συναρπαζε παντα η ιδεα της ανακαλυψης αγνωστων και απαγορευμενων ωκεανιων ζωνων. Τα ψαρια του αφρου ηταν μεν ευθυμα κι αναλαφρα, ομως καπως προβλεψιμα και στο τελος ισως βαρετα, σκεφτοταν το ψαρακι.. Εκεινο γοητευοταν περισσοτερο απο το σουρουπο της δυσφωτικης ζωνης και συχνα περνουσε την ωρα του εκει, περιεργαζοντας, με τα εξωγκομενα απο την πιεση ματακια του, τους ηλεκτρικους χρωματισμους των φινετσατων αυτοφωτων οργανισμων που φυτοζωουσαν γαληνια εκει κατω. Τα χαζευε χρονια και με μερικα ειχε ηδη συναψει σχεσεις και βαθιες φιλιες. Εκεινο ομως διψουσε να γευτει τα πιο βαθια και σκοτεινα νερα του τρομερου ωκεανου. Να βουτηξει με φορα στην αφωτικη ζωνη και να αντικρυσει τις δυσμορφες, φρικαλεες οψεις και εξωφρενικες αναλογιες των αβυσσαιων ψαριων, που ζουσαν στην αποπνικτικα σκοτεινη ησυχια του μεσονυχτιου.
Οι επιστηθιοι φιλοι του επιμονου κι φαντασμενου μικρου νεραϊδοψαρου, που καθολου δεν συμφωνουσαν με τα αφελη καμωματα του, του φωναζαν αγανακτισμενα απο τα ορια της επιφανειας να κοψει τις μαγκιες και τα σουρταφερτα στον κατω θαλασσοκοσμο, ομως παραλληλα ειχαν αποδεχτει την ασυγκρατητη φιλομαθεια του και το περιεθαλπταν με ζεστασια καθε φορα που γυριζε με κομμενη την ανασα, χλωμο, εξουθενωμενο και πληγωμενο απο τα ανεγκεφαλα τριπακια του. «Ναι, μπορει τα τερατομορφα, νωχελικα οντα της αβυσσου να μην εχουν ορεξη για παιχνιδιαρικα γλιστρηματα και πολλες πολλες κουβεντες..τι φταινε ομως αυτα που ειναι καταδικασμενα να αιωρουντα σαν πτωματα στην αιωνια, ανηλια, εκκωφαντικη παγωμαρα του βυθου. Μπορει να μην ειναι προσχαρα και ομορφα, ισως ομως κατω απο τις αλλοκοτες φιγουρες του να κρυβουν...», δικαιολογουταν επιφυλακτικα το ψαρακι. «Δεν κρυβουν τιποτα!!!» -απαντουσε καθε φορα ορθα κοφτα το αδερφικο φιλαρακι του, το μουσμουλοψαρο, που ηταν και η φωνη του υπερεγω του- «Και καλυτερα να παψεις να δινεις δικαιωματα στους συμπλεγματικους χονδροϊχθυες του πατου. Εξαλλου δεν προκειται ποτε να επιβιωσεις εκει, κι εκεινοι δεν θα αντεχαν ουτε λεπτο την γλυκια θερμη των χρυσαφενιων νερων μας. Ασε που δεν εχουν καμια διατροφικη αξια και σιγουρα ειναι δυσπεπτοι και πικροι.»
Μεσα του ηξερε και το ιδιο το παρατολμο κι ατελεσφορο της επιμονης του, ομως υστερα απο καθε οργανωμενη κατρακυλα στον αφιλοξενο και κακεντρεχη πυθμενα αισθανοταν γεματο και χαρουμενο που ειχε μαζεψει γνωσεις, εμπειρια και φοβο και λογις λογις νοσηματα. Στο κατω κατω ηταν πιο σημαντικα απο την αναλατη ψυχικη ακαιροτητα του στον αφρο. Με καθε του αφιξη στα υπουλα, θολα νερα της θαλασσιας ερημου το ελουζε ενας μικρος κρυος ιδρωτας (λογω της κατακορυφης πτωσης της θερμοκρασιας), υστερα εκοβε μερικες προσεχτικες βολτιτσες στα ερημικα, ταφρωδη παρκα, μπαινοβγαινε στις κλικες βρωμερων ψαριων και πολλες φορες αρεσκοταν να κραταει συντροφια και να πιανει κουβεντουλα με τυφλους, μοναχικους, βαθυβιους ιχθυες..(γιατι οι διακρισεις δεν ελειπαν ουτε απο κει). Το ψαρακι καλοπροαιρετο και παιχνιδιαρικο απ’τη φυση του εσπαγε πλακα περνωντας φουριοζικο διπλα απο βαριεστημενα, σκατοψυχα, δηλητηριωδη κητη, δημιουργοντας ενα απειροελαχιστο φωτεινο γαργαλητο στα μουτρα η στα πλευρα τους.. εκεινα ισως να ριχναν μεν καμια αδιαφορη ματια προς το μερος του, αγνοουσαν δε το ασυνηθιστο της παρουσιας του. Αλλα ανταποκρινονταν φιλικα στο διασκεδαστικο, φωτεινο του εφε και ασχολιουνταν μαζι του, μαθαινοντας του τα κατατοπια και καποια αλλα παρεμεναν εχθρικα κι αρνιοντουσαν στωικα να αποδεχτουν την υπαρξη του, ετσι, γιατι δεν ψηνοντουσαν για πολλα πολλα με αγνωστους, αμελητεου μεγεθους...Το ψαρακι, που ηταν πολυ περηφανο κι εγωιστακι γεμιζε πικρα, θυμο, πεισμα κι απογοητευση για οσα δεν καταφερνε και συνηθως κατεληγε να βλαστημαει την ωρα και την στιγμη για τον κοπο που εκανε ως εκει κατω... Αυτη η ιστορια ειχε επαναληφθει εκατονταδες φορες στη συντομη ζωη του μικρου νεραϊδοψαρου, αλλοτε με ευχαριστα, αλλοτε με μη ικανοποιητικα αποτελεσματα, ειχε ομως αρχισει ηδη να κουραζεται και να συνειδητοποιει τη ματαιοτητα των προσπαθειων του για μια ευνοϊκη συμβιωση με τα συναρπαστικα αλλα απατηλα βαθυβια.
Μια ωραια ημερα ξυπνησε στη γλυκια ηλιοφανεια της επιφανειας, πηρε μια βαθεια ανασα και ενιωσε κατα τυχη γεματο και χαρουμενο. Αφου σιχτιρισε μερικες φορες, αποφασισε πως δεν υπηρχε πια λογος για ασκοπες καταδυσεις και ψυχικα, κι αποχαιρετησε με ενα χαμογελαστο, ρουφηχτο φιλακι την κατήφεια του βυθου. Ορκιστηκε δε να ριξει μαυρη πετρα πισω του και ν’ αρχισει να βλεπει την επιφανη ζωη με δηθεν αλλο ματι..
Αυτη ηταν η ιστορια του αφελους νεραϊδοψαρου που ισως τελικα να διαδραματιστηκε απλα μεσα στην υγρη, σκοτεινη κοιλια καποιας μπλε φαλαινας...
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
5 σχόλια:
pou mporo na bro to neraidopsaro na to balo sth soupa??einai kalo?phte mou grhgora..
den xero an tha to vris..ego pados ti vutao aftoprosopos me stin katsarola :P
Βρηκα ζωη στα μαυρα τα μεσανυχτα, δεν ειχα τυχη ειχα τα ματια μου ορθανοιχτα...ωπα, γεια σου ψαρακι!!!
Τη μια μανάβη, την άλλη ιχθυοπώλη, τα ψώνια για το σπίτι δεν τελειώνουν ποτέ...
ke de ftanun ke pote!!! :P
Post a Comment